‘‘Όσο οι Άτλαντες ακολουθούσαν το δρόμο της Δικαιοσύνης και τιμούσαν τον όρκο τους ότι δεν θα παραβούν κανένα γραπτό νόμο εκούσια, ότι δεν θα διοικήσουν και δεν θα υπακούσουν σε κανένα αρχηγό, παρά μόνο αν οι προσταγές του ήταν σύμφωνες με τους νόμους, η πολιτεία τους ευημερούσε και προόδευε. Όταν όμως απέκτησαν μεγάλη δύναμη, μεθυσμένοι από τον πλούτο και την ισχύ, άρχισαν να συμπεριφέρονται άσχημα. Επιχείρησαν να κατακτήσουν όλους τους ανθρώπους. Εκεί όμως, ήρθαν αντιμέτωποι με τους Έλληνες. Ο στρατός αυτός, από λαούς δεν είχαν ακόμη υποδουλωθεί, και νίκησε τους εισβολείς. Ύστερα από καιρό, έγιναν μεγάλοι σεισμοί και πλημμύρες και, μέσα σε ένα φοβερό μερόνυχτο, η γη κατάπιε την Ατλαντίδα η οποία καταποντίστηκε στην θάλασσα.’’
Με συμβολικούς όρους, αποτυπώνεται, η σύγκρουση της Δικαιοσύνης, με αυτούς που δύναται να παίρνουν τις αποφάσεις. Οι άνθρωποι αυτοί, αψηφώντας τους νόμους του κράτους μας και τη Δικαιοσύνη, κυβερνούν τον τόπο μας με ‘‘υποταγή’’ και ‘‘σκλαβιά’’. Μα θα πει κάποιος πως οι άνθρωποι στο κράτος μας σήμερα δεν είναι ‘‘σκλάβοι’’ είναι ελεύθεροι, κινούνται ελεύθερα, ψηφίζουν ελεύθερα. Θα μου επιτρέψετε να απαντήσω, ότι ‘‘τα φαινόμενα απατούν’’. Είναι ‘‘υποταγμένοι’’ στα άτομα που ασκούν τις εξουσίες, ψηφίζουν τους πολιτικούς που επιλέγουν τα αόρατα στους πολλούς κέντρα εξουσίας και κατόπιν προβάλλουν τα συστημικά ΜΜΕ. Όσο για την ελεύθερη μετακίνηση, νομίζω οι συστάσεις είναι περιττές. Οι δυνάμεις αυτών, μαθαίνουν από τις ήττες τους και εξελίσσονται, εφαρμόζοντας νέες μεθόδους. Αντί του αστραπιαίου πολέμου, έχουν επιλέξει την αρχή της διείσδυσης στο κράτος, χρηματοδοτώντας, διαφθείροντας, ‘‘εξαγοράζοντας’’, σαν την ασθένεια ή το δηλητήριο που αργά αλλά σταθερά διεισδύει στον οργανισμό με σκοπό να τον εξοντώσει. Αντί να τους παρομοιάσουμε με το ‘‘αποτέλεσμα’’ της ασθένειας, μπορούμε να πούμε ότι η ασθένεια ίσως να ήταν η χαριστική βολή ενάντια στους πολίτες του κράτους μας. Πράγματι όμως, δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι τόσο απάνθρωποι όσο παλιά, την εποχή των Ες-Ες και των στρατοπέδων συγκέντρωσης του Χίτλερ, όταν άνθρωποι οδηγούνταν στους φούρνους και στους θαλάμους αερίων. Η ‘‘υποταγή’’ ή η ‘‘εξόντωση’’ των πολιτών του κράτους στην εποχή μας, γίνεται με κομψό τρόπο: Ο Κύπριος ‘‘σύρεται’’ στην ανεργία, φτωχοποιείται, ποδοπατείται, η περιουσία του κατάσχεται και ο ίδιος οδηγείται στην απόγνωση και στην απελπισία. Κατά τα άλλα, είναι ελεύθερος, ελεύθερος να μετακινηθεί, ελεύθερος να δουλέψει, ελεύθερος να ψηφίσει, ελεύθερος να υπερασπιστεί τα ανθρώπινα δικαιώματά του.
Αν και διαβάζοντας το εν λόγω άρθρο, αρχικά θα σας φανεί περίεργο και θα αναρωτηθείτε για ποιο λόγο γίνεται η αναφορά στον μύθο της Ατλαντίδας ή και στα βάσανα που επέφερε ο Χίτλερ στον κόσμο, η απάντηση είναι πολύ απλή. Προσπάθεια μου είναι να παρομοιάσω τη Δικαιοσύνη στον τόπο μας με την ίδια την Ατλαντίδα, καθώς και αυτούς που την ‘‘υπερασπίζονται σήμερα’’ με τους Άτλαντες. Δυστυχώς όμως, με μέσα από αυτή την προσπάθεια δεν μπορώ παρά μόνο να καταλήξω στο συμπέρασμα, ότι η Δικαιοσύνη του τόπου μας βυθίζεται όλο ένα και πιο πολύ. Εν συνεχεία, ας συλλογιστούμε το τι πραγματικά σημαίνει ο όρος Δικαιοσύνη, καθώς είναι η ταπεινή μου άποψη, ότι πλέον έχει θολώσει στα μάτια πολλών. Τι πραγματικά λοιπόν είναι η Δικαιοσύνη; Κανένα άλλο ερώτημα δεν έχει συζητηθεί με τόσο πάθος, για κανένα άλλο ερώτημα δεν έχει χυθεί τόσο πολύτιμο αίμα, τόσα πικρά δάκρυα, κανέναν άλλο ερώτημα δεν έχουν στοχαστεί τόσο βαθιά τα πιο φωτεινά πνεύματα, από τον Πλάτωνα μέχρι τον Καντ. Και όμως, το ερώτημα αυτό παραμένει μέχρι σήμερα αναπάντητο. Ίσως γιατί είναι ένα από εκείνα τα ερωτήματα για τα οποία λέγεται, ‘‘πως ο άνθρωπος δεν θα βρει ποτέ μια οριστική απάντηση, μπορεί μόνο διαρκώς να δώσει καλύτερες απαντήσεις.’’
Αποτυπώνοντας λοιπόν την έννοια της Δικαιοσύνης μέσα από τα δικά μου μάτια, θα έλεγα πως ορίζεται ως το αγαθό που δεν στοχεύει στην ευδαιμονία αυτού που την ασκεί και απονέμεται με βάση την αξία του ανθρώπου. Απονέμεται με βάση την αρχή ότι όλα τα άτομα είναι ίσα μεταξύ τους και οφείλεται στην ελεύθερη βούληση των μελών της κοινωνίας και είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί συντελεί στην ενότητα της. Κατά συνέπεια, είναι η κράτιστη των αρετών, γιατί δεν ασκείται για το ίδιο όφελος, αλλά προς χάριν τρίτου. Είναι ίσως, ο σημαντικότερος πυλώνας ενός Κράτους Δικαίου. Χωρίς αυτήν, δεν μπορούμε να αναφερόμαστε στον εν λόγω όρο.
Παράλληλα, το Κράτος Δικαίου ουσιαστικά, είναι ένα σύστημα που ακολουθεί τέσσερις οικουμενικές αρχές. Σύμφωνα με τις αρχές αυτές, η Κυβέρνηση, οι Αξιωματούχοι και οι Κρατικοί παράγοντες είναι υπόλογοι σύμφωνα με τον νόμο. Κατόπιν, οι νόμοι είναι σαφείς, δημοσιοποιούνται και εφαρμόζονται ομοιόμορφα και προστατεύουν Θεμελιώδη Ανθρώπινα Δικαιώματα, στα οποία συμπεριλαμβάνεται η ασφάλεια των ατόμων και των αγαθών. Η διαδικασία με την οποία θεσπίζονται και επιβάλλονται οι νόμοι είναι προσβάσιμη, δίκαιη και αποτελεσματική. Τέλος, η Δικαιοσύνη αποδίδεται από ικανούς, ηθικούς και ανεξάρτητους εκπροσώπους σε ικανό αριθμό, οι οποίοι διαθέτουν επαρκείς πόρους και αντικατοπτρίζουν την κοινότητα που υπηρετούν.
Αναλογιζόμενος λοιπόν τους όρους αυτούς, καθώς και το πρωτόγνωρο για όλους πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε σήμερα, με κάνει να αναρωτιέμαι το εξής: Πού βρίσκεται αυτό το ‘‘Κράτος Δικαίου’’, το οποίο θέλω να πιστεύω ότι είμαι μέλος; Πως αποδίδεται η Δικαιοσύνη στο Κράτος μου; Στους φοιτητές που τους στερήθηκε το δικαίωμα να επιστρέψουν στο δικό τους ‘‘Κράτος Δικαίου’’; Στο σπίτι τους; Στους πολίτες τους οποίους στερήθηκαν καθημερινά απεριόριστα δικαιώματα; Αντιλαμβάνεστε σιγά σιγά τον προβληματισμό μου και τον λόγο για τον οποίο παρομοιάζω τους όρους ‘‘Κράτος Δικαίου’’ και ‘‘Δικαιοσύνη’’ στην Κύπρο με τον μύθο της Χαμένης Ατλαντίδας.
Από τη στιγμή που με την εξάπλωση ενός ιού και την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που επικρατεί, κατάφεραν να μας στερήσουν μερικά από τα πολυτιμότερα δικαιώματα μας, δρουν αυθαίρετα, μη ακολουθώντας τον δρόμο της Δικαιοσύνης και παραβαίνοντας τους νόμους εκούσια, οι εν λόγω δύο όροι μόνο ‘‘Χαμένοι’’ μπορούν να φαντάζουν.Το ποτήρι όμως πλέον από μισό άδειο, έχει ξεχειλίσει. Όλα αυτά τα χρόνια, δεχόμαστε την προβληματική λειτουργία του Κράτους, τη διαρκή καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μας, τη μη ύπαρξη Θεσμών που θα έπρεπε να τηρούνται σε οποιαδήποτε περίπτωση σε ένα Κράτος, το οποίο θέλει να ονομάζεται ως ‘Κράτος Δικαίου’, είναι ξεκάθαρο πως δεν υπάρχει πλέον χρόνος για να προλάβουμε το αναπόφευκτο. Από την 13η Μαρτίου 2020 και έπειτα, το κράτος βρίσκεται σε μια εκτροχιασμένη πορεία, συγκρουόμενο με τα προβλήματα που μας ακολουθούσαν τόσα χρόνια. Αιτία, οι ίδιοι μας οι εαυτοί, αφού ουσιαστικά δεν αντιδρούσαμε μέχρι να έρθει το πρόβλημα στο δικό μας κατώφλι. Ας μην αρκεστούμε λοιπόν, στο ότι το τέλος έχει φτάσει. Μέσα από την ιστορία του πολιτισμού μας, έχουμε διδαχθεί ότι εκεί που όλα φαντάζουν στάχτες, έχουμε την δύναμη να αντλήσουμε τον καλύτερο μας εαυτό βγαίνοντας νικητές.
Ο ρόλος της Δικαιοσύνης είναι τεράστιος, και με την διαφάνεια και τις σωστές διαδικασίες μπορούμε και πάλι να ενισχύσουμε την εμπιστοσύνη του κόσμου στο κράτος. Επομένως, υπάρχει καλύτερο ‘‘όπλο’’ από εμάς τους νομικούς να βοηθήσουμε στην προσπάθεια αυτή; Ένας εξαίρετος νομικός και κυρίως άνθρωπος είχε κάποτε αναφέρει: ‘‘Η δικαιοσύνη έχει την υποχρέωση να αποδεικνύει καθημερινά ότι παρά τις δύσκολες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που αναμφίβολα αυτές, επηρεάζουν το έργο δικηγόρων και δικαστών, στέκεται αταλάντευτη στην εκτέλεση του έργου της. Οφείλουμε ως δικαστές και δικηγόροι, προς τις νεότερες γενιές, να τους παραδώσουμε την ίδια ανεξάρτητη δικαιοσύνη που παραλάβαμε από τους προγόνους μας. Να είστε βέβαιοι, ότι αυτό πασχίζουμε να πετύχουμε καθημερινά, θυσιάζοντας την προσωπική και οικογενειακή μας ζωή στο βωμό της επιτέλεσης του νομικού μας καθήκοντος.’’ Μόνο που πλέον είναι λυπηρό το ότι, εμείς οι νομικοί, έχουμε καταντήσει ο Δούρειος Ίππος της Δικαιοσύνης, καθότι, δεχόμαστε χωρίς καμία αντίδραση αυτά που προσπαθούν να μας επιβάλλουν με παράνομα μέσα, γνωρίζοντας πως αντιτίθεται στο σκοπό της απόφασης μας να ακολουθήσουμε το νομικό επάγγελμα. Το κλειδί είναι ο κάθε νομικός να πιστέψει ο ίδιος στο σύστημα του κράτους και στο ότι έχει την δύναμη να το επαναφέρει. Διότι, όπως ανέφερα, δεν έχει χαθεί, απλά έχει βυθιστεί. Πρέπει να πιστέψει και να πολεμήσει για την ακεραιότητα του, για την πρόσβαση που έχει στη Δικαιοσύνη. Αν ο κάθε νομικός πράξει αυτό με γνώμονα ότι έχει την δύναμη να επαναφέρει τη Δικαιοσύνη στο κράτος του, μπορεί με αυτό τον τρόπο να βοηθήσει την κοινή γνώμη να καταθέσει ‘‘ψήφο εμπιστοσύνης’’ σε ένα καλύτερο μέλλον. Με αυτόν τρόπο μπορούν να τεθούν τα θεμέλια για την ‘‘ανάδυση’’ του Κράτους Δικαίου και της Δικαιοσύνης στην Κύπρο μας.